- φρυγανώδεις
- φρυγανώδηςofmasc/fem acc plφρυγανώδηςofmasc/fem nom/voc pl (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ποδόφυλλο — (podophyllum). Δικότυλο φυτό της οικογένειας των βερβεριδών, με 5 είδη, που ευδοκιμούν στην Αμερική, Ιμαλάια και Κίνα. Είναι πόες πολυετείς και φρυγανώδεις, με ριζωματώδη κορμό, φύλλα στρογγυλά και άνθη λευκά με βαριά μυρουδιά. Ο καρπός τους… … Dictionary of Greek
αγροκλίνιο ή ακροκλίνιο — Δικότυλο φυτό της οικογένειας των συνθέτων, με 50 περίπου είδη, που αναπτύσσονται στη νότια Αφρική και την Αυστραλία. Είναι μονοετείς ή πολυετείς φρυγανώδεις πόες, με φύλλα ωοειδή που επαλλάσσουν. Πρόκειται για φυτά εύκολης καλλιέργειας, που… … Dictionary of Greek
βεγόνια — (begonia). Γένος πολυετών ή μονοετών ποωδών φυτών της οικογένειας των βεγονιδών που περιλαμβάνει περίπου 360 είδη, κυρίως τροπικά, τα οποία καλλιεργούνται σε άλλες περιοχές ως καλλωπιστικά. Ονομάζεται και μπιγόνια. Οι πόες αυτές είναι… … Dictionary of Greek
ιβερίδα — Γένος φυτών της οικογένειας των σταυρανθών (δικοτυλήδονα). Συναντώνται στη νότια Ευρώπη, στη βόρεια Αφρική και στη δυτική Ασία. Το γένος περιλαμβάνει ετήσιες ή πολυετείς πόες και φρυγανώδεις θάμνους με φύλλα κατ’ εναλλαγή, ακέραια, οδοντωτά ή… … Dictionary of Greek
πιτκαιρανία — (pitcairnia). Μικρό μονοκότυλο φυτό της οικογένειας των Βρομελιΐδων. Είναι γνωστά περισσότερα από 100 είδη, που ευδοκιμούν στις τροπικές περιοχές της Αμερικής. Πρόκειται για πόες πολυετείς και φρυγανώδεις, με φύλλα στενά, λογχοειδή, σκληρά και… … Dictionary of Greek